προσεκκαλύπτει

προσεκκαλύπτει
πρόσ-ἐκκαλύπτω
uncover
pres ind mp 2nd sg
πρόσ-ἐκκαλύπτω
uncover
pres ind act 3rd sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • προσεκκαλύπτω — Α [ἐκκαλύπτω] αποκαλύπτω, ξεσκεπάζω επί πλέον («ἡ δὲ τῶν Ῥωμαίων ἐπικράτεια... πλεῑόν τι προσεκκαλύπτει τῶν παραδεδομένων πρότερον», Στράβ.) …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”